Παρασκευή 3 Ιουλίου 2020

Αξιοποίηση του χώρου του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού για τις ανάγκες των εργαζομένων και του λαού και όχι για τα κέρδη των μονοπωλίων



Ανακοίνωση για την αξιοποίηση του χώρου του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού για τις ανάγκες των εργαζομένων και του λαού και όχι για τα κέρδη των μονοπωλίων εξέδωσε η Κομματική Οργάνωση Αττικής του ΚΚΕ. Στην ανακοίνωσή της σημειώνει: 
«Αυτό που σήμερα επιχειρείται να "κατεδαφιστεί στο Ελληνικό" είναι το δικαίωμα του λαού να έχει πρόσβαση και να απολαμβάνει ένα έργο που θα υπηρετεί τις δικές του ανάγκες. Ενώ οι μόνοι που μπορούν να πανηγυρίζουν είναι οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι που προχωρούν απρόσκοπτοι στα σχέδιά τους.
Η κυβέρνηση της ΝΔ, καθώς και η προηγούμενη του ΣΥΡΙΖΑ συνέβαλαν με κάθε τρόπο ώστε να υλοποιηθεί ένας από τους μεγαλύτερους στόχους του κεφαλαίου, που είναι η ενίσχυση της περιοχής της Νότιας Αθήνας και συνολικά του λεκανοπεδίου της Αττικής ως τουριστικού πόλου υψηλού επιπέδου, με υποδομές πολυτελείας, μακριά από τις ανάγκες των εργαζομένων και του λαού σήμερα. Η επένδυση στο Ελληνικό εντάσσεται στους συνολικούς σχεδιασμούς για την ανάπλαση του παραλιακού μετώπου της Αττικής, με την ανάπλαση του Φαληρικού Όρμου, την πώληση της Μαρίνας του Αλίμου, τη δημιουργία της "Αθηναϊκής Ριβιέρας" όπως την ονομάζουν.
Είναι ενδεικτικό ότι πρόκειται να κατασκευαστεί τουριστικό συγκρότημα πολυτελείας, με καζίνο, ουρανοξύστες ύψους 200 μ., εμπορικά κέντρα, στην ουσία μια νέα κλειστή πόλη μέσα στην πόλη. Αυτή η νέα πόλη θα αφορά υψηλά εισοδήματα με 10.000 νέες πολυτελείς κατοικίες.
Η δημιουργία του Μητροπολιτικού Πάρκου που σχεδιάζεται και διαφημίζει η κυβέρνηση στο κέντρο της επένδυσης, με 668 στρέμματα υψηλού πράσινου από τα 2.000 που προβλέπονται, θα αποτελέσει ουσιαστικά το απαιτούμενο "πράσινο προαύλιο" για να διατηρηθεί το όποιο υψηλό τίμημα σε κατοικίες και υποδομές.
Η κυβέρνηση της ΝΔ, όπως και των ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, μαζί με τα άλλα αστικά κόμματα και τις δυνάμεις τους στην Τοπική Διοίκηση, παρουσίαζαν και συνεχίζουν να παρουσιάζουν τα επενδυτικά σχέδια στο Ελληνικό και σε όλο το παραλιακό μέτωπο σαν μοναδική ευκαιρία ανάπτυξης στην περιοχή. Προσπαθούν να ξεγελάσουν το λαό και να τον πείσουν ότι από τις επενδύσεις μπορούν να βγουν κερδισμένοι μαζί με τους επιχειρηματικούς ομίλους και οι εργαζόμενοι.
Προπαγανδίζουν τις θέσεις εργασίας που θα δημιουργηθούν σε κάθε φάση υλοποίησης του έργου, από την κατασκευή έως την πλήρη λειτουργία του. Κρύβουν, όμως, ότι την ίδια ώρα που μιλάνε για θέσεις εργασίας, παίρνουν μέτρα που κατακρεουργούν τα εναπομείναντα εργατικά δικαιώματα, με την κατάργηση των ΣΣΕ, τη μείωση μισθών, την εντατικοποίηση της εργασίας, την απλήρωτη δουλειά, την ένταση της καταστολής κλπ. Το ερώτημα δεν είναι λοιπόν αν και πόσες θέσεις εργασίας θα ανοίξουν, αλλά με τι όρους και δικαιώματα θα δουλέψουν οι εργαζόμενοι.
Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα των εργαζομένων στον Τουρισμό που όλα αυτά τα χρόνια από τη μία αντίκριζαν τους εκατομμύρια τουρίστες και τα δεκάδες δισεκατομμύρια κέρδη και από την άλλη αντιμετώπιζαν τις ατελείωτες ώρες δουλειάς, τα δεκάδες ατυχήματα, τις άθλιες συνθήκες εργασίας. Όλοι αυτοί δηλαδή που στις πλάτες τους στήθηκε και αναπτύχθηκε το "θαύμα του Τουρισμού" και σήμερα βρίσκονται στην αναστολή, στην ανεργία, στην εκ περιτροπής εργασία.
Σήμερα υπάρχουν όλες οι δυνατότητες και οι προϋποθέσεις για ανάπτυξη και παραγωγή με βάση τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες. Όσο όμως κυριαρχούν τα μονοπώλια αυτές οι δυνατότητες καταστρέφονται και τα πάντα υποτάσσονται στην εξασφάλιση των κερδών τους.
Διέξοδο και απαντήσεις στις σύγχρονες προκλήσεις και τα μεγάλα εργατικά λαϊκά προβλήματα μπορεί να δώσει, μόνο η πρόταση του ΚΚΕ για την εργατική εξουσία, τον σοσιαλισμό.
Το ΚΚΕ καλεί τους εργαζόμενους και το λαό να συμπορευτούν στην πάλη για τον άλλο δρόμο ανάπτυξης που περιλαμβάνει την κοινωνικοποίηση της γης και του συνόλου των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, τον κεντρικό επιστημονικό σχεδιασμό της οικονομίας με βάση τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες.
Αυτός ο δρόμος ανάπτυξης είναι ο μόνος που μπορεί να εξασφαλίσει για όλους τους εργαζόμενους το δικαίωμα σε πλήρη και σταθερή εργασία, με ποιοτικό ελεύθερο χρόνο, το δικαίωμα σε μόρφωση, αθλητική και πολιτιστική δραστηριότητα, το δικαίωμα για μεγάλους ανοιχτούς ελεύθερους χώρους πρασίνου με δυνατότητες αναψυχής, το δικαίωμα στην ασφαλή ποιοτική λαϊκή κατοικία, τη δυνατότητα δωρεάν γρήγορες και ασφαλείς συγκοινωνίες. Σε αυτήν την κατεύθυνση οργανώνουμε την πάλη μας και απαιτούμε:
Σε όλο το χώρο του Ελληνικού (παραλία, πρώην αεροδρόμιο, πρώην αμερικανική βάση) να μην αναπτυχθεί καμιά επιχειρηματική δράση. Με αποκλειστική του ευθύνη το κράτος να αναλάβει την κατασκευή, τη διαχείριση και το κόστος λειτουργίας - συντήρησης ενός μητροπολιτικού πάρκου, ανοιχτού για το λαό, με όλες τις απαιτούμενες υποδομές Να αναπτυχθεί ο λαϊκός αθλητισμός και πολιτιστικές δραστηριότητες. Να διασφαλισθεί η εύκολη πρόσβαση του λαού της Αττικής, με φθηνές και γρήγορες συγκοινωνίες».

ΚΥΡ. ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Στο Ελληνικό για να λιβανίσει τους «επενδυτές»

Τα χιλιοειπωμένα παραμύθια για τις «χιλιάδες θέσεις εργασίας» που θα δημιουργηθούν με την «εμβληματική επένδυση» στο Ελληνικό επανέλαβε ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης.
Εγκαινιάζοντας την έναρξη των εργασιών, ο Κυρ. Μητσοτάκης υποσχέθηκε ότι «ο χώρος αυτός θα γίνει μια κυψέλη ανάπτυξης», μιλώντας για «έργο που θα συμβολίζει τη νέα Ελλάδα». Όμως, οι εκατοντάδες χιλιάδες ξενοδοχοϋπάλληλοι βιώνουν τις συνέπειες της «μονοκαλλιέργειας» του τουρισμού και της «ανάπτυξής» του.
Εξίσου παραπλανητικός αλλά και εξοργιστικός ήταν ο ισχυρισμός του πρωθυπουργού ότι θα δημιουργηθεί «το μεγαλύτερο παράκτιο πάρκο στη Μεσόγειο», καθώς στο σημείο θα κατασκευαστεί ένα τεράστιο καζίνο, ξενοδοχειακές μονάδες, συνεδριακά κέντρα και άλλες δομές που αφορούν τουρισμό «πολυτελείας», αντί να αποδοθεί ο χώρος του πρώην αεροδρομίου στους κατοίκους της Αττικής. Η πρώτη φάση των εργασιών προβλέπει την κατεδάφιση κτιρίων της «Ολυμπιακής». 

Τετάρτη 1 Ιουλίου 2020

Να αποσυρθεί τώρα το κατάπτυστο νομοσχέδιο για τις διαδηλώσεις

Να αποσυρθεί τώρα το κατάπτυστο νομοσχέδιο για τις διαδηλώσεις, σημειώνεται σε ανακοίνωση του Πολιτικού Γραφείου της ΚΕ του ΚΚΕ.
Αναλυτικά:
«Το ΚΚΕ καλεί σε μαζικό λαϊκό ξεσηκωμό για να αποσυρθεί τώρα το νομοσχέδιο της κυβέρνησης της ΝΔ, που προσπαθεί να “βάλει στο γύψο” το δικαίωμα στην εργατική λαϊκή κινητοποίηση, για το οποίο χύθηκαν ποταμοί αίματος.
Ο ισχυρισμός της κυβέρνησης ότι με το νομοσχέδιο “μπαίνει τάξη” στην ταλαιπωρία του λαού, εξαιτίας διαδηλώσεων “μικρών και ολιγάριθμων ομάδων”, δεν είναι παρά ένα άθλιο “προπέτασμα καπνού”. Στην πραγματικότητα, με τις ρυθμίσεις, μπαίνει στο στόχαστρο κάθε λαϊκή διαμαρτυρία. Για τα συγκοινωνιακά προβλήματα, τις καθυστερήσεις και τις ελλείψεις στα Μέσα Μεταφοράς, την αναδουλειά στα εμπορομάγαζα δε φταίνε οι συγκεντρώσεις αλλά η ίδια αντιλαϊκή πολιτική, που αυξάνει τα προβλήματα του λαού και τον βγάζει στο δρόμο για να διεκδικήσει το δίκιο του.
Το νομοσχέδιο αποτελεί έναν επιπλέον σημαντικό κρίκο στην αλυσίδα μέτρων έντασης της κρατικής τρομοκρατίας, του αυταρχισμού και της καταστολής, που προώθησαν και όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις –με τη σημερινή να προχωράει παραπέρα– για να στηρίξουν την επίθεση του κεφαλαίου σε βάρος των εργατικών λαϊκών αναγκών.
Το νομοθετικό αυτό τερατούργημα κάνει ξεκάθαρο ότι στοχεύει κάθε ριζοσπαστική, προοδευτική ιδεολογία και πράξη, αφού προβλέπεται η δημιουργία “Διεύθυνσης Πρόληψης της Βίας” στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, με στόχο την αντιμετώπιση της “ιδεολογίας της βίας”, “την πρόληψη των διαφόρων μορφών και εκφάνσεων της βίας, όπως ιδίως, η ριζοσπαστικοποίηση και ο βίαιος εξτρεμισμός, η ενδοοικογενειακή και η έμφυλη βία κλπ”. Συνειδητά δηλαδή “τσουβαλιάζεται” ο ριζοσπαστισμός και η πολιτική εναντίωσης στη δικτατορία του κεφαλαίου με υπαρκτές μορφές βίας (όπως η ενδοοικογενειακή, ενδοσχολική βία κλπ).
Δεν πρόκειται όμως για “πρωτοτυπία” της κυβέρνησης της ΝΔ. Μόλις πριν 6 μήνες η ΕΕ, σε έκθεσή της, κατέγραφε ρητά ως κίνδυνο για την ασφάλεια τις “λαϊκές διαδηλώσεις διαμαρτυρίας”. Η ποινικοποίηση της ριζοσπαστικής -και κατ’ επέκταση της κομμουνιστικής ιδεολογίας και πράξης- αποτελεί επίσημη πολιτική της ΕΕ. Η ΕΕ όλα αυτά τα χρόνια στο όνομα της δήθεν καταπολέμησης της “τρομοκρατίας”, σταθερά διευρύνει το περιεχόμενό της με κάθε ριζοσπαστική, ανατρεπτική ιδεολογία και πρακτική, αντιμετωπίζοντας τη «ριζοσπαστικοποίηση» και τον «εξτρεμισμό» ως κύριες πηγές της «τρομοκρατίας». Επίσης, με την ταυτόχρονη προσπάθεια εξίσωσης του ναζισμού με τον κομμουνισμό, στο όνομα του “ολοκληρωτισμού”, αποδεικνύεται ότι στο στόχαστρο τίθεται η κομμουνιστική ιδεολογία και δράση που κατευθύνεται στην ανατροπή ενός σάπιου και βάρβαρου συστήματος.
Το νομοσχέδιο επιδιώκει να συκοφαντήσει τους λαϊκούς αγώνες και να θέσει υπό απαγόρευση και περιορισμό κάθε κινητοποίηση, μέσα από διατάξεις – λάστιχο, που θα τις ερμηνεύουν οι αστυνομικές αρχές και οι άλλοι μηχανισμοί καταστολής. Έχει στόχο να χειραγωγήσει τις συνειδήσεις, ειδικά της νεολαίας, εμφανίζοντας τη συμμετοχή στις κινητοποιήσεις ως κάτι εν δυνάμει “εγκληματικό” και “επικίνδυνο”.
  • Εισάγει προκλητικούς αντιδραστικούς περιορισμούς, ξεπερνώντας ακόμα και αυτούς που θέτει το ίδιο το αστικό Σύνταγμα! Το νομοσχέδιο ορίζει σημεία που εξ αρχής απαγορεύονται συγκεντρώσεις (όπως δημόσιες υπηρεσίες, υπουργεία κλπ), ενώ μπορεί να απαγορευθούν και σε άλλες περιπτώσεις, όπως όταν πραγματοποιούνται χωρίς γνωστοποίηση στις αρχές ή αν δεν συμμορφώνονται οι διαδηλωτές στους περιορισμούς.
  • Προχωράει, όχι μόνο στην απαγόρευση και τον περιορισμό των διαδηλώσεων, αλλά και γενικά των συγκεντρώσεων. Και μάλιστα αναγνωρίζει τη δυνατότητα πραγματοποίησης αυθόρμητων δημόσιων συναθροίσεων μόνο για γεγονότα “κοινωνικής σημασίας”, προϋπόθεση που μπορεί να ερμηνευθεί κατά το δοκούν κι αυθαίρετα.
  • Αναθέτει στην αστυνομία υπερεξουσίες και διευρύνει τον κατασταλτικό ρόλο του λιμενικού σώματος, καθώς νομιμοποιείται η χρησιμοποίησή του ενάντια στις εργατικές – λαϊκές κινητοποιήσεις.
  • Ανάγει σε ιδιώνυμο αδίκημα τη συμμετοχή σε απαγορευμένη συγκέντρωση – διαδήλωση!
  • Εισάγει απαγορεύσεις με βάση το “σκοπό” της συγκέντρωσης, σε συνδυασμό με τη συνεκτίμηση του αριθμού των συμμετεχόντων. Αντίστοιχα, θέτει προληπτικούς περιορισμούς κατά παράβαση ακόμα και στοιχειωδών αρχών του ποινικού κώδικα, αφού αναφέρεται ότι η αστυνομική αρχή μπορεί να λαμβάνει μέτρα και στην περίπτωση αξιόποινων πράξεων “που η τέλεσή τους πιθανολογείται σοβαρά”.
  • Δίνει τη δυνατότητα να μπορεί να αποφασιστεί η απαγόρευση μέχρι και την τελευταία στιγμή, αφού δεν ορίζεται σαφής χρόνος γνωστοποίησης από τον οργανωτή, ούτε σαφής χρόνος ενημέρωσης από τις αστυνομικές αρχές για το αν απαγορεύεται ή όχι μια συγκέντρωση - διαδήλωση. Απ’ την άλλη μεριά, κατά την υποχρεωτική γνωστοποίηση στις αρχές, απαιτούνται τα στοιχεία ταυτότητας του οργανωτή και σαφή πρόβλεψη για την έναρξη – λήξη – διαδρομή της συγκέντρωσης.
  • Ανοίγει το δρόμο για προβοκατόρικες ενέργειες, στοιχείων που μπορεί να προκαλέσουν επεισόδια σε μια συγκέντρωση, με σκοπό είτε τη διάλυσή της είτε και την οικονομική εξόντωση των φορέων, σωματείων κ.λπ. που τη διοργανώνουν και που φέρουν -με βάση το νομοσχέδιο- αντικειμενική ευθύνη για ενέργειες τέτοιων προβοκατόρων, τη στιγμή που είναι “κοινό μυστικό” ότι αυτοί καθοδηγούνται άμεσα από κρατικούς και “παρακρατικούς” μηχανισμούς.
Η κυβερνητική προπαγάνδα που βρίσκεται σε εξέλιξη αυτές τις μέρες, ότι τάχα το αντιδραστικό νομοσχέδιο και οι διατάξεις του “δεν αφορούν τις οργανωμένες, περιφρουρημένες πορείες και διαδηλώσεις” του ταξικού κινήματος, είναι στάχτη στα μάτια της εργατικής τάξης, όλων των προοδευτικών ανθρώπων. Η επί δεκαετίες πείρα του εργατικού – λαϊκού κινήματος αποδεικνύει ότι βασικός στόχος τέτοιων αυταρχικών κατασταλτικών μέτρων είναι το ίδιο το εργατικό, ταξικό κίνημα, το κομμουνιστικό κίνημα, όσο κι αν ακολουθείται συγκεκριμένη κλιμάκωση έως την τελική εφαρμογή του.
Αυτό το κίνημα είναι όμως που τελικά θα ανατρέψει οριστικά και αμετάκλητα αυτή τη φορά τέτοιες αντιδραστικές πρακτικές, τέτοιους αντιλαϊκούς νόμους.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, που κατηγορεί την κυβέρνηση της ΝΔ για αντιδημοκρατική πρακτική, έχει μεγάλο μερίδιο ευθύνης, αφού ως κυβέρνηση ακολούθησε παρόμοιες πρακτικές. Παραμένει σε ισχύ η άθλια διάταξη για απαγόρευση των κινητοποιήσεων κατά των πλειστηριασμών, που θεσπίστηκε απ’ την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ως ιδιώνυμο αδίκημα. Κυρίως, όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ ευθύνεται γιατί έριξε “νερό στο μύλο” της θεωρίας περί “μειοψηφιών που ταλαιπωρούν”, πάνω στην οποία στήριξε το δικό του νόμο για τον περιορισμό του δικαιώματος στην απεργία και που σήμερα αξιοποιεί η κυβέρνηση της ΝΔ, ενώ αρνήθηκε την κατάργηση των τρομονόμων, όπως επανειλημμένως πρότεινε το ΚΚΕ, που αποτελούν τη νομοθετική μήτρα των ρυθμίσεων περί “ριζοσπαστικής” βίας.
Το νομοσχέδιο, που κατατίθεται κατ’ απαίτηση του κεφαλαίου, αποτελεί κυβερνητική ομολογία για την κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής και δρα προληπτικά σε βάρος του εργατικού – λαϊκού κινήματος. Είναι, όμως, βαθιά γελασμένη και ανιστόρητη η κυβέρνηση αν νομίζει ότι αυτό το τερατούργημα θα εφαρμοστεί στη ζωή και θα νομιμοποιηθεί στη συνείδηση του λαού και της νεολαίας.
Ο λαός με την πάλη του και με την “οργανωμένη απειθαρχία” του δεν θα “συμμορφωθεί προς τας υποδείξεις”. Θα το ακυρώσει στην πράξη, όπως έκανε με τόσους άλλους παρόμοιους νόμους στο παρελθόν.»